υποθυμίαση

υποθυμίαση
η / ὑποθυμίασις, -άσεως, ΝΜΑ, και ιων. τ. ὑποθυμίησις, -ήσεως, Α [ύποθυμιῶ]
ο υποκαπνισμός
μσν.
παραγωγή καπνού με την καύση αρωματικών θυμιαμάτων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ὑποθυμιάσῃ — ὑποθυμιάσηι , ὑποθυμίασις fumigation fem dat sg (epic) ὑποθυμιά̱σῃ , ὑποθυμιάω fumigate aor subj mid 2nd sg (attic doric) ὑποθυμιά̱σῃ , ὑποθυμιάω fumigate aor subj act 3rd sg (attic doric) ὑποθυμιά̱σῃ , ὑποθυμιάω fumigate fut ind mid 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποκαπνισμός — ο / ὑποκαπνισμός, ΝΑ [ὑποκαπνίζω] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού υποκαπνίζω, η παραγωγή καπνού για θεραπευτικούς σκοπούς νεοελλ. 1. (ιατρ. φαρμ.) η έκθεση ορισμένων τμημάτων τού σώματος στην επίδραση τού καπνού ή τού ατμού καιόμενων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”